περιστέλλομαι

περιστέλλομαι
περιστέλλω
dress
pres ind mp 1st sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • περιστέλλομαι — περιστέλλομαι, (περιεστάλη περιεστάλησαν) βλ. πίν. 91 …   Τα ρήματα της νέας ελληνικής

  • περιστέλλω — ΝΜΑ νεοελλ. καταστέλλω, συγκρατώ, χαλιναγωγώ («πρέπει να περισταλεί το ρεύμα τού εκφυλισμού») νεοελλ. μσν. περιορίζω, ελαττώνω την έκταση, την ένταση ή την ποσότητα («η κυβέρνηση περιέστειλε τις δαπάνες τών εξοπλισμών») αρχ. 1. επενδύω, περιβάλλω …   Dictionary of Greek

  • συμπλήσσομαι — Α [πλήττω / πλήσσω] 1. συμπτύσσομαι, περιστέλλομαι 2. μαζεύομαι από φόβο …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”